Noir et blanche (1926) - ΜΑΝ ΡΑΥ
Είναι πολύ δύσκολο να μιλήσει ένας αρσενικός θετικά γιά τις γυναίκες και να μην πει τα τετριμμένα. Να πείσει δηλαδή, κύρια εκείνες,ότι δεν είναι κάποιοι λόγοι που σε ωθούν να μιλήσεις καλά, ότι δεν είναι επιθυμία της στιγμής και την επόμενη θα ξαναγυρίσεις στις γνωστές πρακτικές. Ή, ότι δε το κάνεις γιά να χαϊδέψεις τη ματαιοδοξία του γυναικείου φύλου, που μας μάθαν ότι είναι συνώνυμο της λέξης γυναίκα (ενώ εμείς οι άντρες δεν είμαστε, δήθεν, ματαιόδοξοι...). Με ποιό τρόπο να μιλήσει λοιπόν κανείς; Έχω έναν και μοναδικό, της ειλικρίνειας. Της παραδοχής ότι μεγάλωσα στο γενικότερο περιβάλλον που όλοι μας έχουμε μεγαλώσει, ότι βομβαρδίστηκα μ΄αυτά που έχουν βομβαρδιστεί όλοι και, στην καλύτερη περίπτωση, κάνω συνεχείς προσπάθειες "εξαγνισμού" και αποκαθαροποίησης. Άσχετα με το αποτέλεσμα, άσχετα με το αν γίνομαι πιστευτός, ή αν αυτό εκτιμάται. Στο κάτω-κάτω μου είναι και αδιάφορο. Το κάνω γιά τη ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΨΥΧΗ.
Ο καθένας κρίνεται απ΄τις πράξεις του, λένε. Μμμ, ναι, σωστό. Πολύ δύσκολο όμως να μην αντιφάσκει κανείς, να μην παλινδρομεί. Θα προτείνω κάτι άλλο. Εκεί που κρίνεται ένας ενήλικος άντρας είναι στις τακτικές, στις συμπεριφορές, στον τρόπο που συμμετέχει στο μεγάλωμα, δίνοντας φτερά, στην κόρη του, αν έχει την τύχη ν΄αποκτήσει μιά κόρη.
Απ΄ότι είμαι σε θέση να ξέρω, είμαι ο μοναδικός αρσενικός που μιλάω, με τον τρόπο που μιλάω και βλέπω το θέμα των γυναικών του ρεμπέτικου. Ε, και; Σιγά τα λάχανα. Ποιός νοιάζεται γιά τέτοια; Οι (μη) αντιδράσεις είναι οι γνωστές και αναμενόμενες. Παγερή σιωπή, αδιαφορία, αδυναμία πρόσληψης νοημάτων, άγνοια, εθελοτυφλία και, υποθέτω, σχόλια εσωτερικά του τύπου "α, ρε μ..." ή "μπας και είσαι τίποτα κρυπτο..."...
Ασημαντότητες.
Τι λέγαμε; Ναι, έχω πάθος με τις γυναίκες του ρεμπέτικου, ιδιαίτερα μ΄αυτές του Μικρασιάτικου. Τις θαυμάζω γι αυτό που έκαναν. Καταλαβαίνω τη "μοναξιά" που μπορεί να ένιωθαν μέσα στο αγριεμένο αντρομάνι, τις προσπάθειες αντιγραφής μεθόδων, τακτικών και συμπεριφορών που δεν οδήγησαν πουθενά αλλού από την αποχώρηση. Τα έξυπνα πλάσματα αποχωρούν κάποια στιγμή, απ΄οτιδήποτε. Οι αρσενικοί που μείναν και έδωσαν την ψυχή τους, κονιορτοποιήθηκαν απ΄τα ξενύχτια, τους ανταγωνισμούς, τις στενοχώριες. Γίναν φαλακρά, ασπρομάλλικα γεροντάκια στα 50 και αναχώρησαν γιά τον Άλλο Κόσμο κάπου στα 60 τους (εξαιρέσεις πάντα υπάρχουν).
(συνεχίζεται)
Prenumerera på:
Kommentarer till inlägget (Atom)
Inga kommentarer:
Skicka en kommentar