söndag 18 januari 2009

Ο Κος Παναγιώτης Τούντας (1885-1942)

Kείμενα γιά τους ανθρώπους του Μικρασιάτικου και του ρεμπέτικου τραγουδιού (δηλ. των τραγουδιών του θώρακα) γράφονται κάπου-κάπου, εδώ κι εκεί. Κατά κανόνα είναι δοξολογικά και αναμασούν τα ίδια και τα ίδια.

Εδώ, κατά τη συνήθειά μου, θα κάνω μιά προσπάθεια να πω δυό πράγματα αλλιώτικα, γιά τον Παναγιώτη Τούντα.

Οι απόψεις του κειμένου είναι αποτέλεσμα διαβάσματος των διαθέσιμων ελάχιστων και επιφανειακών πληροφοριών, ουσιαστικής εντρύφησης και προσεκτικής ακρόασης του μουσικού υλικού, εικασιών που βασίζονται σε συνδυασμούς σκόρπιων πληροφοριών και κάποιες ψυχολογικές προεκτάσεις, συγκρίσεις και παραλληλισμοί από τη γενικότερη πείρα του ανθρώπινου τοπίου και ιδιαίτερα, του ανδρικού. Ακολουθώ, δηλαδή, έναν άλλο δρόμο, αγκαθερό και επικίνδυνο ίσως, που προσπαθεί να πάει, βρε αδερφέ, κάπου αλλού από τα τετριμένα.

Τί έχουμε από τον Τούντα; Μιά μεγάλη σειρά από πάρα πολύ καλά τραγούδια, κάποιες μικρές πληροφορίες (βλ. γιά παράδειγμα http://wiki.phantis.com/index.php/Panayiotis_Toundas) γιά τις πλατιές του μουσικές γνώσεις, λίγες φωτογραφίες... Ας δούμε λίγο αυτές.

Οι άνθρωποι συνηθίζουν να σοβαρεύουν όταν τους φωτογραφίζουν, ή παίρνουν ένα τεχνητό, αμήχανο χαμόγελο. Οι άνθρωποι εκείνης της εποχής συνήθιζαν κυρίως το πρώτο. Η παρακάτω φωτογραφία είναι από κρατικό έγγραφο, ένας ακόμα λόγος να δείχνει ένα σοβαρό Τούντα. Γενικά όμως, στις οποιεσδήποτε φωτογραφίες, διακρίνονται κάποια πράγματα, κάποια στοιχεία του χαρακτήρα, αν και σχετικό. Η φωτογραφία αυτή δείχνει, κατά τη γνώμη μου, έναν άνθρωπο σφιγμένο και με πολύπλοκο χαρακτήρα . Τα μάτια του κουβαλάν μιά εσωτερική μελαγχολία, και δείχνουν μιά εσωτερική ζωή γεμάτη εκρηκτικές ύλες.



Αυτή η φωτογραφία φαίνεται πως του άρεζε γιατί την έχει χρησιμοποιήσει σε πολλά διαφημιστικά φυλλάδια. Κι εδώ δίνει την εντύπωση ενός ανθρώπου σφιγμένου και μόνου. Ο Κώστας Χατζηδουλής, σ΄ένα άνω-κάτω (ως συνήθως) μικρό αφιέρωμα στο περιοδικό "Λαϊκό τραγούδι", έχει μιά φωτογραφία του Στελλάκη Περπινιάδη και σημειώνει πως ήταν ένας απ΄τους ελάχιστους προσωπικούς φίλους του Τούντα. Απ΄τις πληροφορίες που έχουν διασωθεί, φαίνεται πως δεν έχαιρε συμπάθειας. Λογικό είναι να τον ζηλεύανε γιά το ταλέντο του και τις μεγάλες επιτυχίες του. Ήταν στα μέσα και στα έξω με τις εξουσίες των δισκογραφικών εταιριών κι αυτό, μοιραία, θα δημιουργούσε μιά απομόνωση.


Αν συμπληρώσουμε αυτές τις παρατηρήσεις με το ηχόχρωμα της φωνής του όταν παρενέβαινε γιά να χαιρετίσει την ώρα που φωνογραφούνταν τα τραγούδια του, οι παραπάνω εικασίες αποκτούν ισχυρότερο βάθρο. Η φωνή του είναι πάντα ψυχρή, όσο κι αν προσπαθεί να τη ζεστάνει, και αυτά που λέει δε φαίνονται ποτέ να προκύπτουν από τον ενθουσιασμό της στιγμής, αλλά να είναι προετοιμασμένα. Ανάλογα ψυχρή φωνή είχε και ο φίλος του, Στελλάκης Περπινιάδης. Επίσης, σε κανένα δίσκο δε χαιρετιέται από τραγουδίστρια ή τραγουδιστή, εκτός από τη Ρόζα Εσκενάζυ που τό΄κανε μιά και μοναδική φορά. Η Ρόζα του είχε μεγάλη υποχρέωση.

Πιστεύω πως ο Τούντας επικοινωνούσε μόνο με τα τραγούδια του και με τίποτε άλλο. Αισθάνομαι πως πρέπει να ήταν καταπιεσμένος και καθένας μπορεί να δώσει τις δικές του ερμηνείες. Δε θέλω να προχωρήσω περισσότερο, δεν έχει νόημα. Θά΄θελα όμως να σημειώσω πως αν, όντως, ήταν είναι λογικό να "φούσκωσε" και να υπερέβαλλε τις εικόνες που έδωσε μέσ΄απ΄τα τραγούδια του, εικόνες πάνω στις οποίες έχουν βασιστεί διάφορες "θεωρίες"...

Θα δώσω ένα μόνο παράδειγμα ενός τραγουδιού που το γυναικείο τοπίο που παρουσιάζει δεν έχουμε κανένα λόγο να το αμφισβητήσουμε, μιάς και υπήρχε μεγάλη λειψανδρία. Σ΄αυτό το τραγούδι έχουμε και την ευκαιρία να τον ακούσουμε να μιλάει. Ο τίτλος είναι "Στην Αθήνα" (1930). Τραγουδάει ο Κώστας Μασσέλος (Νούρος).

Στην Αθήνα, βρε παιδιά, έχει έμορφες κοπέλες.
Στην Αθήνα, βρε παιδιά, έχει έμορφες πολλές.
Ντόπιες κούκλες, μανούλα μου, με μπούκλες,
γλυκειές χωριατοπούλες, νεράιδες λυγερές.

Και κάτι χανουμάκια* με όμορφα ματάκια,
Σμυρνιές προσφυγοπούλες που κάβουν τις καρδιές.

(φωνή Τούντα)
Όπα, μωρέ, τί΄ναι τούτο; Έχασα το μπούσουλα!
Θα τρελαθώ, μανούλα μου! ΄Τι ομορφιές είναι τούτες;
Πώ πω, ένα κοπάδι κοριτσόπουλα πό΄ρχεται!

Στην Αθήνα δεν μπορώ δίχως έρωτα να ζήσω,
στην Αθήνα δεν μπορώ δίχως έρωτα να ζω.
Αχ, τα βράδυα κοριτσόπουλα κοπάδια,
κουκλίτσες παντρεμένες και χήρες στο σωρό!

Με κάνουν να στενάζω, "μανούλα μου", φωνάζω,
αναθεματισμένες, μου πήραν το μυαλό.

(φωνή Τούντα)
Όπα, να ζήσουν οι όμορφες!
*χανουμάκια = έτσι λέγαν συνήθως τα κορίτσια που πουλούσαν το σώμα τους


Ήταν όμως έξυπνος. Πολύ έξυπνος. Αν οι εποχές ήταν άλλες, αν ζούσε σε άλλη χώρα, θα μπορούσε να είχε αφήσει πίσω του ένα έργο πολύ πιό προωθημένο και σημαντικό. Αλλά η Ελλάδα, ως γνωστόν, καταβροχθίζει και αλλοτριώνει τα παιδιά της, ακόμα περισσότερο αν είναι ικανά, προς όφελος των απανταχού κυκλοφορούντων μετριοτήτων.

Σ΄ευχαριστώ Παναγιώτη Τούντα γιά όλα σου τα τραγούδια που λάμπουν μες το κεφάλι μου και σ΄ευχαριστώ και για το "Σε ξανάειδα πάλι" (που έγραψες, τρία χρόνια πριν να σε βρει ο θάνατος), καθώς περίμενα, μες το παγωμένο σκοτάδι του πρωϊνού μιάς ξένης χώρας, το λεωφορείο...

lördag 3 januari 2009






Αφιερωμένο στη Μαρίκα Καναροπούλου (Τουρκαλίτσα)




Καθώς τουμπάρει ανάποδα η νύχτα σου, Μαρίκα,
φωσφορικά χταπόδια απλώνοντας στον ουρανό,
υψώνεται η πάλλουσα φωνή σου κι οριστικά διαιρεί το υπόλοιπο στα δυό.

Ένα, η άδεια παρουσία σου
κι ένα γιά τα δυό σου κεντημένα πασουμάκια.

Τότε, παύει να ξεχωρίζει το άσπρο φως από το μαύρο,
το 1906 από το 1990.
Γέρνουν τα μαύρα μάτια σου
και η ψυχή σηκώνεται ανάλαφρη,
γυρίζοντας εκεί που ανήκει.