torsdag 5 maj 2011








Οι άγγελοι των πεζοδρομίων και των "σπιτιών"...



Οtto Griebel, The naked whore, 1923


αφιερωμένο σ΄όλες αυτές τις γυναίκες που δέχονται πάνω στα σώματά τους τις στρατιές του αρσενικού γένους...


Έρχονται τα κύματα, το ένα μετά το άλλο και χρυσά είναι, με αφρούς αγκαλιασμένα. Κι είναι παλιά κύματα από θάλασσες πόλεων που βούλιαξαν και κανείς πιά δε μιλάει γι αυτές.

Κουφάρια πόλεων γεμάτα σώματα γυναικών νεκρά που κάποτε λαμπύριζαν. Σειρές έρχονται τα κύματα σιωπηλά γιατί κι ο ήχος πνίγηκε μαζί με τις πολιτείες... Και τα σώματα γνέφουν με διάστικτα σινιάλα να προειδοποιήσουν, αλλά καμιά δε τ΄ακούει. Κι αν τ΄άκουαν τι;

Και επαναλαμβάνουν και ξαναπαίρνουν τους ίδιους δρόμους απ΄την αρχή, γιατί έτσι είναι οι άνθρωποι. Κάνουν και ξανακάνουν τα ίδια λάθη, νομίζοντας πως γιά λίγο θα κρατήσει, πως κάτι ευκαιριακό είναι και παραπέρα, θα βρουν τη γαλήνη. Όμως η γαλήνη δεν έρχεται. Φεύγουν απ΄τον έναν και παν στον άλλον και ίδιοι όλοι είναι με διαφορές ασήμαντες.

Και ελπίζουν, όλο ελπίζουν γιατί η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Και πεθαίνειη ελπίδα, συνήθως πριν απ΄αυτές, αφήνοντάς τες να κοιτιούνται στον καθρέφτη, ν΄ακουμπάν τις ρυτίδες τους και να διαπιστώνουν πως η ζωή γλίστρησε μες απ΄τα χέρια τους, σα το σαπούνι...


OTTO DIX, Girl at the mirror, 1921



Οι "αμαρτωλές",
τα χανουμάκια,
οι πρόστυχες,
οι πόρνες,
οι πουτάνες,
οι γυναίκες "ελευθερίων ηθών",
οι γυναίκες του δρόμου/του πεζοδρόμιου/της νύχτας,
οι broadies...

Δε φτάνουν τα κότσια μου γιά να μπω βαθιά σ΄ένα τόσο ευαίσθητο και περίπλοκο θέμα. Ούτε θα κουράσω με ιστορικές πληροφορίες και στατιστικές (που, άλλωστε, δεν υπάρχουν). Θα προσπαθήσω μόνο ν΄ακουμπήσω κάποιες παραμέτρους, σε σχέση με το "ρεμπέτικο" και όχι μόνο...

Αν, με τα παρακάτω, κινδυνέψω να χαρακτηριστώ σαν υπερασπιστής της πορνείας, ρομαντικός ή αδιάφορος παρατηρητής της, γράψτε λάθος! Απλά, δε μπορώ τα κροκοδείλια δάκρυα γιά κάτι που ποτέ δε πρόκειται να εκλείψει. Εννοώ, την έτσι ή αλλιώς πορνεία...

Μέσα στο μυαλό των ανθρώπων, ιδιαίτερα στων ανδρών, συνωστίζονται πλήθη από μουχλιασμένες, ανεπεξέργαστες προκαταλήψεις, χριστιανικές υποκρισίες, μισογυνισμός αντιλήψεις περί μονογαμίας (γυναικείας, όχι ανδρικής...), προσωπικά τραύματα κλπ. κλπ. ’Ολ’ αυτά και πολλά άλλα, ανακατεμένα με φυσιολογικές ορμές, κληρονομημένες απ τους μηχανισμούς της ζωής.

Υπάρχει ένα άρρωστο νήμα που ενώνει τους βιασμούς άμαχου πληθυσμού (και αυτό δε γίνεται μόνο σε χώρες της Αφρικής, τό΄κανε και ο υπέροχος και νικηφόρος σοβιετικός στρατός όταν μπήκε στο Βερολίνο, βιάζοντας πάνω από 80.000 γυναίκες), την παιδοφιλία, τους καθημερινούς βιασμούς γυναικών, την "εξαγορά" θέσεων γιά καριέρα, το καινούριο φρούτο με τις εκτρώσεις θηλυκών εμβρύων τα τελευταία χρόνια κλπ. κλπ., όλα τα αμέτρητα...



οίκοι ανοχής στο Βαρδάρη, 1917 - ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 1900-1960, Χρίστος Ζ αφείρης, φωτ. Συλλογή Άρη Παπατζήκα, εκδ. ΕΞΑΝΤΑ

Ειδικά το θέμα της πορνείας είναι περιτυλιγμένο με άφθονη υποκρισία, φόβο και δέος. Ακόμα και οι φεμινιστικοί κύκλοι διστάζουν να τ΄αντικρύσουν καταπρόσωπα κι ένας απ΄τους λόγους είναι πως δεν έχουν να προτείνουν απολύτως τίποτα, όπως και κανείς άλλος.
Ας μη χαθούμε όμως σε κυκεώνες τρύπιων απόψεων, ιδιαίτερα όταν οι κοινωνίες που τις ονομάζουμε "πολιτισμένες" έχουν σαν έναν απ΄τους κύριους μοχλούς προώθησης την κρυφή ή φανερή πορνογραφία (πορνογραφία, όχι ερωτισμό) που διαχέεται σ΄όλα τους τα επίπεδα.
Ο ορισμός πορνεία = παραχώρηση του ανθρώπινου σώματος γιά σεξουαλικές πράξεις έναντι αμοιβής, είναι κι αυτός υποκριτικός. Καλύτερα, η επαγγελματική πορνεία παίζει με ανοιχτά χαρτιά. Πληρώνεις. Στα άλλα επίπεδα, σε άλλους κύκλους, εκεί που, δήθεν, δε πληρώνονται, το παιχνίδι παίζεται με περιτύλιγμα σελοφάν και γαρνιτούρες, σα τα τραγικά μπουκέτα που φτιάχνουν οι ανθοπώλες/ισσες.



οίκος ανοχής του Βαρδάρη. Δεξιά, γυναίκες στην είσοδο των "σπιτιών" - όπως και παραπάνω.

Το "ρεμπέτικο" ανάφερε τη λέξη νταβατζής από πολύ νωρίς, ήδη απ΄τα μικρασιάτικα του ’10 και του ’20, πριν έρθουν εδώ οι πρόσφυγες.
"Αμαρτωλές" και χανουμάκια λέγαν αυτές τις γυναίκες. Κάπου εκεί κατέτασσαν και τις αλανιάρες (η λέξη επιζεί στα κότόπουλα, χάριν αστεϊσμού...). Βλ. και λέξη αλάνης στο http://www.klika.gr/cms/index.php?option=com_content&task=view&id=277&Itemid=171

Βρίθουν προειδοποιήσεων τα "ρεμπέτικα". Κύρια προς τις γυναίκες. Γιατί οι γυναίκες δεν έχουν μυαλό (...), ενώ οι άνδρες έχουν (...). Οι προειδοποιήσεις προς αυτές είναι αντιφατικές. Απ΄τη μιά, πρέπει να βιαστούν να "δεσμευτούν" (να περάσουν δηλαδή από την εξουσία της οικογένειας στην εξουσία του άντρα), γιατί η νεότητά τους είναι "σύντομη"και γρήγορα θα μαραθεί. Απ΄την άλλη, τις καλούν στη ρεμπέτικη, ανέμελλη ζωή. Με μέτρο όμως και να μη "παρεκτραπούν" γιατί τότε θα πέσουν χαμηλά, και κανείς δε θα τους δίνει σημασία γιατί, έτσι κι αλλιώς, αυτές φταίνε, μιά γιά πάντα κλπ. κλπ. Ε, και τότε, γιατί τόση αγάπη γι αυτά τα τραγούδια, καλέ μου κύριε; Μα, γιατί αυτά τα τραγούδια περιγράφουν τη ζωή και τις αντιφάσεις της. Όχι τις τοτινές, αλλά τις αείποτε. Τα ίδια ακριβώς συμβαίνουν και σήμερα, πίσω από τη βιτρίνα...

τρία τραγούδια γιά το θέμα

1. http://www.esnips.com/doc/dfe0c582-086f-4571-b956-320e607b4d5f/06-Esimane-Mesanuxta

2. http://www.esnips.com/doc/b48b62c4-f4fb-465c-98bc-7d49c97ca2fa/04-H-Kataigida

3. http://www.esnips.com/doc/3543f6b0-ff86-4e4b-a22c-aac5a9a460ff/Opoios-gnwrise-ti-ftwheia,-1951-(perist.)



"They are all human beings, even the broads", λέει ο καλός, αγαθός και κακομοίρης Φραντς Μπίμπερκοπφ στο αριστουργηματικό βιβλίο του Alfred Döblin (http://www.kirjasto.sci.fi/adoblin.htm), BERLIN ALEXANDERPLATZ , ένα βιβλίο που συντελεί σε μιά καλύτερη κατανόηση του "ρεμπέτικου". (εκδ. ΟΔΥΣΣΕΑΣ, 1982)
broad, broady, (σε αμερικάνικη διάλεκτο του 1910 - και παραπέρα - σημαίνει,
1. πόρνη
2. γυναίκα
3. άνδρας ομοφυλόφιλος που πουλιέται (διάλεκτος των Μαύρων του 1930)___________________________________________

Στο μυαλό του Μάρκου Βαμβακάρη (και όχι μόνο βέβαια...) ο κόσμος χωρίζεται σε ανθρώπους και σε γυναίκες (βλ. ΜΑΡΚΟΣ ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ - ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ, Αθήνα 1973, σελ. 165)
Μιά γυναίκα που γίνεται πόρνη εκτοξεύεται ακόμα πιό πέρα απ΄το ανθρώπινο είδος στο οποίο δεν ανήκει, έτσι κι αλλιώς, σύμφωνα με το σμπαραλιασμένο ανδρικό συλλογικό υποσυνείδητο.
Η λέξη πουτάνα είναι χωμένη στο βούρκο ως το λαιμό αλλά ταυτόχρονα, στη λαϊκή ή λαϊκίζουσα, πέρα γιά πέρα, Ελλάδα, είναι πιά μιά λέξη που αλλάζει φύλο και περνάει με άνεση στο αρσενικό. Ανάλογα με το χρωματισμό της φωνής σημαίνει, έξυπνος, καπάτσος, πονηρός, αξιοθαύμαστος...
___________________________________________
Μιά γυναικεία φωνή μιλάει γι "αυτές"
(από το περιοδικό "Λαϊκό τραγούδι", τεύχος 10, Δεκέμβριος 2004, σελ. - συνέντευξη της Πόλυς Πάνου από τον Θωμά Κοροβίνη)
"... Είχε γράψει (ο Κώστας Βίρβος σε μουσική του Δερβενιώτη) την "Αμαρτωλή" ειδικά γιά τις γυναίκες της νύχτας, του πεζοδρομίου. Αφού μιλάει ανοιχτά γιά κόκκινα φανάρια. Τα κόκκινα φανάρια υπήρχαν τότε. Κι άκου τι λέει τώρα αυτό το τραγούδι. (αρχίζει και το σιγοτραγουδάει)
Είμαι μιά γυναίκα αμαρτωλή,/ένα από τα ανθρώπινα συντρίμμια,/για να ζω πουλάω το φιλί/στης ζωής τα μαύρα καλντερίμια./Μα προτού κοινωνία με φτύσεις/την ευθύνη αλλού να ζητήσεις.
Δε θέλω ν΄ακούω αυτό το τραγούδι. Δε θέλω και δε μπορώ ούτε να το ακούω ούτε να το τραγουδώ. Έχω εμπειρίες μ΄αυτό το τραγούδι απίστευτες. Μόλις κλείναν τα σπίτια, οι κοπέλες που εργαζόντουσαν τότε σ΄εκείνους τους χώρους - εγώ δε τις θεωρώ πόρνες, γιά χίλιους λόγους βρέθηκαν εκεί, είναι οι τελευταίες που φταίνε - κατέφευγαν σ΄εμένα"..."...Ερχόντουσαν με την παρέα τους στο μαγαζί, γιατί ήταν μόνιμη συντροφιά δίπλα τους, ήθελαν κάποιον άνθρωπο να έχουν κι αυτές. Και μόλις μπαίνανε, από την πόρτα ακόμα, στου "ΤΖΙΜΗ ΤΟΥ ΧΟΝΤΡΟΥ" φώναζαν "Πολάρα" - όπως έλεγαν το Στέλιο (Καζαντζίδη) "Στελάρα", έτσι κι εμε΄να δε με λέγανε ποτέ "Πόλυ" και τραβούσαν τα μαλλιά τους. "Το τραγούδι μας" ούρλιαζαν, τρελαινόντουσαν. Αυτές κάνανε χοντρούς λογαριασμούς. Και καθόντουσαν μπροστά στα πρώτα τραπέζια και μόλις ξεκινούσα το τραγούδι κάναν έτσι μιά στα χέρια τους με κείνα τα χοντρά ποτήρια και κόβανε φλέβες, φλέβες βαθιά, μιλάμε να σφάζονται, να φαίνονται κομένοι οι τένοντες, να ξεσκίζονται οι σάρκες τους και να τις παίρνουν τα αίματα. Γέμιζε ο τόπος αίματα και πριονίδια, γιατί τις έβαζαν οι άνθρωποι του μαγαζιού πριονίδια γιά να κλείσουν οι ανοιχτές πληγές που αιμορραγούσαν, να σταματήσει το αίμα. Αυτές δε δεχόντουσαν, "αφείστε μας" φώναζαν, ήθελαν να φαίνεται το αίμα"..."Αίμα, αίμα πασαλειμένες με αίμα, το δέρμα και τα ρούχα τους. κυνηγημένες, καταραμένες γυναίκες, όλη η μοναξιά τους και η απόγνωσή τους έβγαινε εκείνη τη στιγμή"..."Ήταν κάτι που το ζούσαν αυτές, κάτι πολύ αυθεντικό, δε μπορούσες να τους αντισταθείς. όλο το πάθος της ζωής τους έβγαινε εκεί, σ΄αυτό το τραγούδι και στο αίμα τους που χυνόταν ασταμάτητα".